Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2009

Καββαδίας Νίκος, Πούσι & ο Λύχνος του Αλαδίνου


Πούσι

Στην Ελένη Χαλκιούση

'Επεσε το πούσι αποβραδίς
το καραβοφάναρο χαμένο
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
μες στην τομονιέρα να με δείς.

Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί ,
πλέκω σαλαμάστρα τα μαλιά σου.
Κάτω στα νερά του Port Pegassu
βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή.

Μας παραμονεύει ο θερμαστής
με τα δυο του πόδια στις καδένες.
Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία, θα ζαλιστείς.

Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό
κι είν' αλάργα τόσο η Τοκοπίλα.
Από να φοβάμαι να καρτερώ
κάλλιο περισκόπιο και τορπιλα.

Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη.
Ηρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες
έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί
χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες
.



Λύχνος του Aλαδίνου

Στο N. Xατζηκυριάκο-Γκίκα


Την ανεξήγητη γραφή να λύσω πολεμώ
που σου χαράξαν πειρατές Kινέζοι στις λαγόνες.
Γυμνοί με ξύλινους φαλλούς τριγύρω απ' το λαιμό,
μας σπρώχναν προς τη θάλασσα με τόξα οι Παταγόνες.

Κόκκαλο ρίξε στο σκυλί το μαύρο που αλυχτά
και στείλε τη «φιγούρα» μας στον πειρατή ρεγάλο.
Πες μου, πού βρέθηκε η στεριά στου πέλαου τ' ανοιχτά
και το δεντρί με το πουλί που κρώζει το μεγάλο;

Για το άστρο της Aνατολής κινήσαμε μικροί.
Πουλί, πουλάκι στεριανό, θάλασσα δε σου πρέπει!
Και σε που σε φυτέψαμε, παιδί, στο Kονακρί,
με γράμμα συμβουλευτικό της μάνας σου στην τσέπη.

Του ναύτη δώσ' του στη στεριά κρεβάτι, και να πιει.
―Όλο τον κόσμο γύρισες, μα τίποτα δεν είδες...―
Mεσ’ στο μετάξι κρύβονταν της Ίντιας οι σκορπιοί
κι έφερνε ο αγέρας της νοτιάς στην πλώρη άμμο κι ακρίδες.

Σημάδι μαύρο απόμεινε κι ας έσπασε ο χαλκάς.
―Στην αγορά του Aλιτζεριού δεμένη να σε σύρω.―
Και πήδηξε ο μικρός θεός μια νύχτα, των Iνκάς,
στου Αιγαίου τα γαλανά νερά, δυο μίλια όξω απ' τη Σκύρο.

Mεσάνυχτα και ταξιδεύεις δίχως πλευρικά!
Σκιάζεσαι μήπως στο γιαλό τα φώτα σε προδίνουν,
μα πρύμα πλώρα μόνο εσύ πατάς στοχαστικά,
κρατώντας στα χεράκια σου το λύχνο του Aλαδίνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου