Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

διάφορα, Λειβαδίτης Τάσος

Μελοντικά Αριστουργήματα
Έτσι, για να μην αθετήσω την υπόσχεση μου, έπρεπε κάθε
νύχτα τώρα να ξεχνάω, σαν τους φτωχούς που είναι έτοιμοι να
δεχτούν μ΄ ένα οποιοδήποτε αντάλλαγμα - φτάνει να τους αφήσουν.
Και για τους οποίους θα γράψω κάποτε μια ιστορία τόσο τρυφερή
που δε θα βρίσκω το δρόμο


Φθινοπωρινό σχόλιο
Το ουσιώδες στη μικρή ιστορία μου ήταν μια μαύρη κουνιστή
πολυθρόνα - αλλά που είναι τώρα το σπίτι, που είναι η φρουτιέρα
με τα παλιά επισκεπτήρια, οι πετσέτες που πνίγαμε τα γέλια -
μόνον η λάμπα καίει ακόμα στην άδεια κάμαρα, σαν κάποιον που
συνομιλεί με τον εαυτό του αγνοώντας τους κινδύνους ή όπως μια
γυναίκα που δεν τη γνώρισες ποτέ κι όμως θα πρέπει κάποτε να
΄χατε αγαπηθεί πολυ
μες στην ατέλειωτη ερήμωση μιας μέρας του φθινοπώρου.


Χρονοδιάγραμμα
Συχνά, θυμάμαι, οι μεγάλοι, όταν ήμουν παιδί, μιλούσαν για
το μέλλον μου. Αυτό γινόταν συνήθως στο τραπέζι. Αλλά εγώ
ούτε τους πρόσεχα, ακούγοντας ένα πουλί έξω στο δέντρο.
Ίσως γι΄ αυτό το μέλλον μου άργησε τόσο πολύ: ήταν τόσο
αναρίθμητα τα πουλιά και τα δέντρα.


Οι σκιές μας
Και μέσα στο σπίτι υπήρχε το άλλο εκείνο σπίτι - εκεί που η
μητέρα ήταν ακόμα νέα κι ένα φλάουτο ακουγόταν το βράδυ, όπως
όταν οδηγούν έναν τυφλό.
Σ΄αυτό το σπίτι είχαμε μείνει κι εμείς για πάντα, ενώ καθώς
ανάβαμε τη λάμπα, το φως της έριχνε μόνον τις σκιές μας στο πάτωμα εδώ.


Ο Θεός χρειάζεται τη βοήθειά μας
Κάτωχρος κι εξαντλημένος ο Ιησούς στάθηκε κοντά στον τάφο.
"Λάζαρε, βγες έξω", φώναξε. Όλοι περίμεναν. Κι ο φτωχός
νεκρός, που ένιωσε ότι εδώ στον τάφο του παίζεται η τύχη του
κόσμου, τί να ΄κανε; Η γη είχε χαθεί,
πως θ΄ άφηνε χωρίς ανάσταση έναν ολάκερο ουρανό...


Κι εγώ χρειάζομαι τη βοήθεια του Θεού
- Κύριε, βοήθησέ με, του λέω, χάνομαι.
- Μα αυτή είναι η βοήθειά μου - να χαθείς...

Για να σε ψάχνουν στους αιώνες!

Έρωτας
Κι όταν πεθάνουμε να μας θάψετε κοντά κοντά
για να μην τρέχουμε μέσα στη νύχτα να συναντηθούμε.

Το άσπρο άλογο
Και φυσικά υπάρχουν λόγοι που κοιτάζω πάντα κάτω - κάπου
είναι πεταμένο ένα κλειδί, που αν το βρεις σώθηκες: θα ξεκλειδώσεις
το χέρι του τρελού
και τότε θα είναι στη διάθεσή σου το άσπρο άλογο!


Ανταμοιβή
Ένα παιδί κοιμάται. Όλη τη μέρα έκλαψε. Αλλά τώρα χαμογελάει
καθώς η Μεγάλη Άρκτος του γλείφει με τη χρυσαφιά της γλώσσα
το ξεσκέπαστο πόδι του

Nυχτερινος επισκέπτης - Λειβαδίτης Τάσος

Nυχτερινος επισκέπτης - Τάσος Λειβαδίτης
Tότε είδα το μεγάλο ικρίωμα, όπου έπρεπε ν' ανέβω, άγνωστο αν θα στεφθώ βασιλιάς ή θα κυλήσω στο καλάθι των αποκεφαλισμένων.
Σε τι χρησίμεψαν λοιπόν οι αμαρτίες μου;
...όταν βράδιασε, άδειασα τα παπούτσια μου απ' όλους τους δρόμους κι έπεσα να κοιμηθώ...
O ίδιος γύριζε σπίτι του τώρα δίχως πρόσωπο - σαν το Θεό.
Eίχαν αλλάξει οι καιροί, τώρα δε σε σκότωναν, σ' έδειχναν μόνο με το δάχτυλο...
...είχαμε κάποτε γκρεμίσει όλους τους τοίχους για να χωρέσουν εκείνοι που έφευγαν
...ο σκοτεινός καθρέφτης έκανε τα παιδιά ν' αρρωσταίνουν συχνά, γιατί δεν ήθελαν να μεγαλώσουν...
...σε τί είχα φταίξει, εμένα το μόνο μου έγκλημα ήταν οτι δεν μπόρεσα να μεγαλώσω, κυνηγημένος πάντα, που να βρείς καιρό...
Ωσπου ήρθε το χιόνι, ασταμάτητο χιόνι, για να θάψει τη συμπόνια μας, που σε έργα μέτρια μας οδήγησε.
Oχι, δεν είναι φτερούγα. Tο χέρι του είναι, καθώς προσπαθεί ν' αποφύγει τα χτυπήματα.
...τόσο λυπημένος που θα μπορούσε να περάσει απο μέσα μου ένα κοπάδι πουλιά...
Σαν τον τρελό που, κλειδωμένος στο κελί του, ζωγράφισε στον τοίχο μια πόρτα κι έφυγε.
Σε κάθε σπίτι υπάρχει μια άγνωστη μυστική σκάλα, που θα σε πήγαινε, ίσως, μακριά. Aλλά τη βρίσκεις, όταν δεν έχεις πιά σπίτι.
...γιατί την ώρα που πεθαίνεις, σαν ένας φονιάς που απομακρύνεται βιαστικά,
φεύγει απο μέσα σου ο άγνωστος που υπήρξες.
..." τώρα, μου λέει, θα πάμε μακριά", " μα δεν βλέπεις, του λέω, μας ξέχασαν", " γι' αυτό" μου λέει...
...στο βάθος του δρόμου το άγαλμα διηγόταν στα πουλιά το αληθινό ταξίδι.
" μητέρα, ρώτησα κάποτε, που μπορούμε να βρούμε λίγο νερό για τ' άλογό μου΄",
"μα δε βλέπω κανένα άλογο", "κι εσύ, μητέρα!"...
...μου στοίχισε αρκετή περιφρόνηση
η ερώτηση για πράγματα που δεν βλέπαν οι άλλοι...
Kανείς δε θα μάθει ποτέ με πόσες αγρύπνιες συντήρησα τη ζωή μου...
...αυτό που μας μεγαλώνει είναι, ίσως, η ίδια η παιδικότητα, που μας διώχνει, για να μην, τελικά, εννοήσουμε.
...ο καθένας ζεί με το τρόπο του την αιώνια παραπλάνηση

Συγχώρα με, Αγάπη μου, που Ζούσα Πριν σε Γνωρίσω, Λειβαδίτης Τάσος


 

Ήξερες να δίνεσαι αγάπη μου..
Δινόσουνα ολάκερη
και δεν κράταγες για τον εαυτό σου
παρά μόνο την έγνοια
αν ολάκερη έχεις δοθεί..
Όλα μπορούσανε να γίνουνε
στον κόσμο αγάπη μου
τότε που μου χαμογελούσες..
Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωη μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου
αγαπημένη μου..
Μα και τι να πει κανείς..
Όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός
και τα μάτια σου τόσο μεγάλα..
Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου
έζησα όλη τη ζωή..
Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα
και τότε όλα τα βράδια
κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας..
Θάθελα να φωνάξω τ'ονομά σου,αγάπη,
μ' όλη μου τη δύναμη..
Να το φωνάξω τόσο δυνατά
που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο,
καμιά ελπίδα να μη πεθάνει..
Θε μου πόσο ήταν όμορφη
σαν ένα φωτισμένο δέντρο
μια παλιά νύχτα των Χριστουγέννων
Συχώρα με, αγάπη μου,
που ζούσα πριν να σε γνωρίσω..
Μισώ τα μάτια μου,
που πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου..
Θα σ' ακούω σαν τον τυφλό που κλαίει,
ακούγοντας μακριά τη βουή μιας μεγάλης γιορτής
σ' αναζητάω σαν τον τυφλό,
που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας
σ'ενα σπίτι που' πιασε φωτιά,
α, για να γεννηθείς εσύ
κι εγώ για να σε συναντήσω
γι αυτό έγινε ο κόσμος..
Κι εσύ, αγαπημένη, όταν με διώχνεις,
κλείνεις έξω απ' την πόρτα σου
έναν ολάκερο πικραμένο κόσμο..
Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον,
είμαστε κιόλας νεκροί..
Αν βρουν έναν άνθρωπο νεκρό
έξω απ' την πόρτα σου,
εσύ θα ξέρεις,
πως πέθανε σφαγμένος
απ' τα μαχαίρια του φιλιού,
που ονειρευότανε για σένα..
Ποδοπάτησε με,
να έχω τουλάχιστον την ευτυχία
να μ'αγγίζεις..
Τάσος Λειβαδίτης